Monthly Archives: Μαΐου 2014

Στους 42 δρόμους…

Το πρωινό της 27ης Μαΐου 1941, ξημέρωνε ένας κλασικός κρητικός καιρός. Ο ήλιος έλουζε το ποτισμένο με αίμα χώμα της Μεγαλόνησου. Ένα απαλό, ζεστό αεράκι κουνούσε ρυθμικά τα κλαδιά στα ελαιόδεντρα της περιοχής δυτικά των Χανίων. Οι Νεοζηλανδοί είχαν αποχωρήσει από τον Γαλατά και είχαν ενωθεί με τους Αυστραλούς πιο πίσω, νοτιοανατολικά των Χανίων. Η συμμαχική υποχώρηση προς τα Σφακιά είχε ήδη ξεκινήσει. Για μία ακόμη φορά, βρετανικό εκστρατευτικό σώμα υποχρεωνόταν να εκκενώσει τα εδάφη τα οποία είχε κληθεί να υπερασπιστεί, κάτω από τη λαίλαπα της γερμανικής πολεμικής μηχανής. Οι «πολεμιστές με τους λεμονοστίφτες» όμως, δεν είχαν πει την τελευταία τους λέξη…

Προκειμένου να καλύπτουν τα νώτα της συμμαχικής οπισθοχώρησης, οι Νεοζηλανδικές και Αυστραλιανές δυνάμεις είχαν πάρει θέσεις στον δρόμο μεταξύ Χανίων και Τσικαλαριά. Ο δρόμος αυτός είχε ονομαστεί από τους Συμμάχους, η 42η οδός, λόγω του 42ου λόχου των Royal Engineers που είχε εγκατασταθεί εκεί κατά την προετοιμασία της άμυνας του νησιού και την έναρξη των επιχειρήσεων. Τη δύναμη των Νεοζηλανδών απάρτιζαν τα υπολείμματα πέντε ταγμάτων πεζικού (19, 21, 22, 23, 28). Οι Αυστραλοί είχαν στην αμυντική αυτή διάταξη ρίξει το 7ο και 8ο τάγμα του 2ου Συντάγματος Πεζικού. Μετά όμως από μία εβδομάδα μαχών, η πραγματική δύναμη των ταγμάτων αυτών είχε μειωθεί κατά περίπου 50%. Στην ουσία, η οπισθοφυλακή ήταν 3 ενισχυμένα τάγματα πεζικού.

 Αυτές οι δυνάμεις, κάλυπταν τον δρόμο που πήγαινε νότια από την πόλη των Χανίων προς τα Τσικαλαριά, κάθετα στον δρόμο προς τη Σούδα. Το μέροςόμως ήταν καλά διαλεγμένο. Ο δρόμος είναι χαμηλότερα από τη γύρω γεωγραφία και η δυτική πλευρά του δρόμου έκανε ένα ανάχωμα το οποίο παρείχε μία φυσική γραμμή άμυνας με πολύ καλή κάλυψη για τους όποιους υπερασπιστές του μέρους αυτού.

Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι με τον πανικό και τη σύγχυση που επικρατούσε στα ανώτερα κλιμάκια διοίκησης, οι δύο διοικητές- ο Αυστραλός και ο Νεοζηλανδός- συνειδητποίησαν ότι ήταν ό, τι χώριζε τους υποχωρούντες συμμάχους από τους προελαύνοντες Γερμανούς μόλις την 27η Μαΐου. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο μπροστά τους να τους χωρίζει από τους Γερμανούς αλλά και τίποτε άλλο πίσω τους ώστε να ανακόψει το επερχόμενο κύμα της Wehrmacht.

Το πρωί, λίγο μετά τις πρώτες ώρες, φάνηκαν Γερμανοί, προωθούμενοι γοργά προς τα ανατολικά. Ήταν το 1ο τάγμα του 141 Συντάγματος Ορεινών Κυνηγών. Εκεί, επιτόπου, αποφασίστηκε ότι πρέπει να δωθεί ένα αποφασιστικό τέλος στην επερχόμενη αναμέτρηση. Δεν μπορούσαν να τους αφήσουν να συγκεντρώσουν επιπλέον δυνάμεις εδραιώνοντας τη θέση τους. Όταν ο εχθρός θα πλησίαζε, οι αμυνόμενοι θα άνοιγαν πυρ με όλα τα διαθέσιμα όπλα τους και θα εφορμούσαν με ξιφολόγχες επί των όπλων τους.

Τέτοιες ενέργειες δεν βασίζονται στην ισχύ πυρός που διαθέτουν οι εφοδεύοντες. Βασίζονται στα ψυχικά αποθέματα των ανδρών που εκτελούν την έφοδο. Έχω πει και παλαιότερα ότι το πιο τρομακτικό, το πλέον εκφοβιστικό παράγγελμα στον ΕΣ ήταν και είναι το «ΕΦ ΟΠΛΟΥ- ΛΟΓΧΗ». Ξέρεις ότι μετά την εκτέλεση αυτού, μεγάλο ποσοστό των ανδρών που εκτελούν, δε θα εκτελέσουν το «ΕΙΣ ΘΗΚΗ- ΛΟΓΧΗ». Αυτό το σθένος είναι που κάνει τη διαφορά σε μάχιμες μονάδες οι οποίες μένουν στην ιστορία των συρράξεων που λαμβάνουν μέρος. Μονάδες των οποίων οι διοικητές γνωρίζουν ότι οι άνδρες τους, όσοι ταλαιπωρημένοι κι αν είναι, αντέχουν για ακόμη μία, ίσως απέλπιδα, προσπάθεια.

Αν και υπάρχουν κάποιοι ερευνητές που υποστηρίζουν ότι οι Αυστραλοί ξεκίνησαν την έφοδο, οι περισσότεροι αυτόπτες μάρτυρες συμφωνούν ότι οι Μαόρι του 28ου τάγματος ξεκίνησαν τη μάχη της 42ης οδού. Με τις ξιφολόγχες σταθερά τοποθετημένες στα Lee Enfield τους, περίμεναν στο καρτέρι τους, πίσω από τους τοίχους και μέσα στα χαντάκια, στο πλάι του δρόμου. Την ησυχία της ενέδρας έσπασε ένας πολεμιστής που δεν μπόρεσε να ελέγξει άλλο τον εαυτό του. Η ιαχή του, αστραπιαία πολλαπλασιάστηκε στα στόματα των συμπολεμιστών του. Σαν αυθόρμητος πανηγυρισμός γηπέδου, η νεοζηλανδική εκδοχή του «ΑΕΡΑ» απλώθηκε σαν σμήνος από ακρίδες στα γεμάτα από Γερμανούς, λιόφυτα. Από τις κρυψώνες τους ξεπήδησαν οι Μαόρι και επιτέθηκαν στους εχθρούς τους.

Βγήκαν μπροστά οι Μαόρι με μία ορμή που για άνδρες οι οποίοι είχαν περάσει τόσα, φάνταζε εξωπραγματική. Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, το παράδειγμά τους ακολούθησαν οι άνδρες του 21ου, του 19ου, του 22ου και του 23ου τάγματος… Όσοι είχαν απομείνει από αυτά… Κι έτσι, ξεκίνησε μία μάχη η οποία δεν μπορεί να περιγραφεί πλήρως και δίκαια από λόγια. Άνδρες, κατάκοποι, πληγωμένοι και στα όρια της ήττας, άνδρες που πλέον δεν είχαν τίποτε άλλο παρά τυφέκια και ξιφολόγχες, σηκώθηκαν σαν ένας, ένας ξενομπάτης Τάλως, και αφουκραζόμενοι τις κραυγές των συμπολεμιστών τους, βούτηξαν στην καρδιά της μάχης.

Η κατάσταση είναι λίγο μπερδεμένη με την έννοια ότι ενώ δεν υπήρχε έλεγχος από την ιεραρχία σε θέματα τακτικής, εντούτοις, δεν ήταν όλες οι ενέργειες απερίσκεπτες και αυτοκτονικές. Δεν είχε χαθεί κάθε έννοια πειθαρχίας ή λογικής. Απλά οι άνδρες είχαν μείνει τόσον καιρό σε αμυντική διάταξη απέναντι στον ίδιο- φαινομενικά ανίκητο- αντίπαλο και έπρεπε τώρα να ανταποδώσουν.

Και ανταπέδωσαν και μάλιστα, με το παραπάνω. Για το 1ο τάγμα των κυνηγών οι οποίοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με αυτήν την ηρωική εικόνα, το αντίκτυπο ήταν συντριπτικό. Αντέδρασαν για μια στιγμή, αντιστάθηκαν αλλά γρήγορα τράπηκαν σε φυγή. Και όπως ο Αλέξανδρος κατέστρεφε όσους το έβαζαν στα πόδια στη μάχη των Γαυγαμήλων, έτσι και οι Νεοζηλανδοί και Αυστραλοί καταδίωξαν τους Γερμανούς και τους υποχρέωσαν σε ταπεινωτική φυγή για περίπου 1,5 χιλιόμετρο.

Περισσότεροι από 280 Γερμανοί σκοτώθηκαν στη μάχη αυτή, το 1ο τάγμα του 141 Συντάγματος διαλύθηκε και η 5η Μεραρχία Αλπινιστών υποχρεώθηκε να σταματήσει για το υπόλοιπο της μέρας. Αντίστοιχα, οι Αυστραλιανές απώλειες ανέρχονται σε 10 στρατιώτες ενώ οι απώλειες του 28ου Νεοζηλανδικού τάγματος (Μαόρι) ήταν άλλοι 14 στρατιώτες.

Μέσα από την ήττα και τις δυσκολίες, η ιστορία μας αποδεικνύει ξανά και ξανά, ότι γεννιούνται οι πιο τρανές και μεγαλειώδεις ενέργειες. στη μάχη της Κρήτης, οι Νεοζηλανδοί μετράνε τρία τέτοια περιστατικά. Πρώτον. Η αντεπίθεση στο Μάλεμε. Καταδικασμένη να αποτύχει από τα γενοφάσκια της, την έφτασαν στα όρια της επιτυχίας, άνδρες οι οποίοι είχαν το πείσμα και το κουράγιο να τη φέρουν εις πέρας. Δεύτερον. Η αντέφοδος στον Γαλατά και η σαρωτική εκκαθάριση του χωριού. Και τρίτο πλέον, η έφοδος-φαινόμενο, στην 42η οδό. Δεν είναι να προκαλεί έκπληξη λοιπόν ο χαρακτηρισμός της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας από τον Churchill ως «…αυτή η πύρινη μάζα πολεμιστών».

42nd street

Σχολιάστε

Filed under Πεσόντες, Φρουρά

Οι Νεοζηλανδοί στον Γαλατά

Στη μάχη της Κρήτης, σημειώθηκαν πολλά περιστατικά γενναιότητας, ατομικής και ομαδικής. Από αυτά, τρία είναι που ξεχωρίζουν για τη Νεοζηλανδική Μεραρχία που πολέμησε στην Κρήτη. Το πρώτο είναι η αντεπίθεση για την ανακατάληψη του αεροδρομίου στο Μάλεμε. Σαν σήμερα, το απόγευμα της 25ης  Μαΐου 1941, έλαβε χώρα το δεύτερο χρονολογικά- η αντέφοδος στον Γαλατά…

Στην προκειμένη περίπτωση, θεωρώ ότι δεν μπορώ να αποδώσω αυτά που διάβασα με τρόπο πιο παραστατικό απ’ ότι τα έχει δώσει ο Kenneth Sandford. Επιπλέον, επειδή εγώ μετέφρασα το κείμενό του, διατηρώ την ψευδαίσθηση ότι κάτι έγραψα κι εγώ…

Ο Kippenberger αποφάσισε ότι πρέπει να επιτεθούν και μάλιστα, αποφασιστικά. Δύο βρετανικά τεθωρακισμένα ήταν διαθέσιμα- αρχηγός του ενός εκ των οποίων ήταν ο Roy Farran- και δύο λόχοι του 23ου τάγματος- κουρασμένοι αλλά με καλό ηθικό.

Ο Farran μπήκε μαχόμενος και με θόρυβο στον Γαλατά και επέστρεψε αναφέροντας ότι το χωριό ήταν «πήχτρα στους Γερμανούς».

Ο Kippenberger ανέφερε στους δύο διαθέσιμους λόχους ότι δεν υπήρχε χρόνος για αναγνώριση. Τα τεθωρακισμένα θα έμπαιναν μπροστά, το πεζικό θα ακολουθούσε, σε μονό ζυγό εκατέρωθεν του δρόμου, παίρνοντας τα πάντα μαζί τους.

Ο Farran είπε «Έχω δύο τραυματίες μέσα (ΣτΜ: στο τεθωρακισμένο του). Μπορεί κανείς από τους Νεοζηλανδούς σου να πάρει τη θέση τους;»

Ζητήθηκαν εθελοντές. Αργότερα ο Farran είπε πως «παρουσιάστηκαν περίπου 300 εθελοντές» η οποία είναι μία ευχάριστη αλλά και ανακριβής (ΣτΜ: όσο και προφανής) υπερβολή. Παρ’ όλα αυτά, δύο άνδρες οι οποίοι να μπορούν να επανδρώσουν ισάριθμα πολυβόλα Vickers βρέθηκαν εύκολα. Εστάλησαν στην πάνω πλευρά του δρόμου, για μία ταχύρρυθμη εκπαίδευση στα τεθωρακισμένα, ενώ το υπόλοιπο πεζικό περίμενε καρτερικά στην άκρη του δρόμου.

Τώρα, έρχονταν και κάποιοι άνδρες από άλλες μονάδες, άνδρες χωρίς μονάδες, αλλά ευτυχείς που τους δινόταν η ευκαιρία να πλήξουν ξανά τον εχθρό, ενσωματωμένοι στους στοίχους που περίμεναν στην άκρη του δρόμου.

Υπήρχαν ομάδες από το 20ο (τάγμα), ορισμένοι από μονάδες εφοδιασμού, κάποιοι λίγοι βρετανοί αξιωματικοί, λογιών- λογιών υπολείμματα οι οποίοι αρνούνταν να μείνουν εκτός. Μπροστά στην κατάρρευση και την καταστροφή, με άνδρες εξαντλημένους και πολλούς να έχουν λυγίσει, εδώ είχαμε ένα παράδειγμα ανάκαμψης που θα ενέπνεε.

Δέκα λεπτά αρκούσαν για τους άνδρες να μάθουν τι θα έπρεπε να κάνουν μέσα στα τεθωρακισμένα. Επέστρεψαν. Χωρίς να ειπωθεί κάτι άλλο, ξεκίνησαν οι πεζικάριοι, τα τεθωρακισμένα να βγαίνουν εμπρός και ο Γαλατάς να αχνοφαίνεται στο σούρουπο.

Ξεκινώντας με βήμα αργό, ο ρυθμός έβαινε σταδιακά αυξανόμενος ώσπου έγινε τροχάδην ώστε να μπορούν να πηγαίνουν μαζί με τα τεθωρακισμένα. Και ξαφνικά, με τα κτίρια του χωριού λιγότερο από 200 μέτρα μακριά, πολεμικές κραυγές οι οποίες ακόμη αντηχούν στα αυτιά όσων τις άκουσαν.

“(…) Ολόκληρη η γραμμή φάνηκε σα να ξεσπά αυθόρμητα στις πιο ανατριχιαστικές πολεμικές κραυγές… Τα παλληκάρια μας να εφορμούν φωνάζοντας…”

“(…) Ένιωθε κανείς το αίμα του να βράζει πιο πάνω από τον φόβο και την αβεβαιότητα, μέχρι το σημείο όπου μόνο μία ανεξήγητη, πέραν περιγραφών, χαρά ξεπερνούσε όλα τα άλλα και προχωρούσαμε ως ένας άνδρας στα περίχωρα…”

Έτσι έγραψαν οι άνδρες που συμμετείχαν σε αυτό το αξιοθαύμαστο επεισόδιο. Όρμησαν στο χωριό, ακολουθώντας τους δρόμους, πάνω από τοίχους, μέσα από κήπους, μέσα από κτίρια, φωνάζοντας, πολεμώντας και συνεχώς κινούμενοι προς τα εμπρός. Δέχονταν πυρά από παντού- από ταράτσες και στέγες, πόρτες και παράθυρα. Όποιος έπεφτε είχε θάνατο γρήγορο και ελεύθερο αλλά οι υπόλοιποι απλά έσπρωχναν εμπρός. Η κλαγγή της μάχης ήταν συντριπτική.

Ο εχθρός έκανε πίσω, πετάγονταν από σπίτια και μαγαζιά, προσπαθώντας να αναδιοργανωθούν στην κάτω πλευρά της πλατείας του χωριού. Εκεί όμως, ακόμη και με τα δύο τεθωρακισμένα τους κατεστραμμένα, οι Νεοζηλανδοί έκαναν καινούρια έφοδο. Οι Γερμανοί τράπηκαν σε άτακτη φυγή.

Υπήρξαν σκηνές απαράμιλλης γενναιότητας. Άνδρες να τρέχουν στο στόμα των γερμανικών πολυβόλων, να βουτούν στη φρίκη της μάχης με ξιφολόγχες με παράτολμη ζέση, να τρέπουν σε φυγή τους Γερμανούς με μια μανία που μπορεί να περιέλθει μόνο σε εκείνους που έχουν υποχρεωθεί σε άμυνα περισσότερο χρόνο απ’ όσο μπορούσαν να αντέξουν.

Είναι πολλοί εκείνοι που λένε ότι αυτή ήταν η καλύτερη στιγμή των Νεοζηλανδών σε ολόκληρο τον πόλεμο! Σίγουρα, δεν υπάρχει άλλη στιγμή που να τη φτάνει σε εμψύχωση πολεμιστών για μία απέλπιδα επιχείρηση. Καμία άλλη συμπλοκή δεν μπορεί να μοιραστεί το πνεύμα της ξαφνικής αυτής τολμηρής επιθετικής κίνησης, στεφανωμένη καθώς ήταν από πλήρη επιτυχία. Γιατί ο Γαλατάς εκκαθαρίστηκε πλήρως από κάθε εχθρική παρουσία, και άνδρες με την κάψα της μάχης, μπήκαν στις θέσεις που προηγουμένως κατέχονταν από τον εχθρό, αποφασισμένοι να υπεραμυνθούν του χωριού και των θέσεων αυτών.

Μετάφραση- όχι πάντα αυτολεξεί- από το βιβλίο του Kenneth Sandford “Mark of the lion, the story of Capt. Charles Upham, VC and bar”, Ives Washburn Inc., 1962.

1 σχόλιο

Filed under Πεσόντες, Φρουρά, Strategic thinking

Gough- Οι Βρετανοί Κομνηνοί

Είναι κάποιοι άνθρωποι που συναντά κανείς στο διάβα της ζωής του οι οποίοι αφήνουν ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα όπου ακουμπήσουν. Άνθρωποι των οποίων το θάρρος και η αίσθηση καθήκοντος ξεφεύγει κατά πολύ από τα όρια που έχουμε συνηθίσει στην καθημερινότητά μας. Δεν είναι προνόμιο μιας φυλής ή μιας γενετικά τροποποιημένης ράτσας. Δεν είναι χαρακτηριστικό ενός τόπου ή μιας κοινότητας. Μπορείς να συναντήσεις τέτοιους ανθρώπους σε κάθε πλάτος και μήκος της Γης. Να τους βρίσκεις όμως σε μια οικογένεια, αυτό, τους κατατάσσει ως σπάνιους. Μία τέτοια οικογένεια είναι οι Gough (το όνομα προφέρεται «Γκόφ») η οποία θεωρείται και ως η πιο γενναία οικογένεια της Αγγλίας. Μία τέτοια οικογένεια είναι για μένα οι Κομνηνοί. Οι παραλληλισμοί μεταξύ των δύο οικογενειών που έλαβαν χώρα μέσα στο κεφάλι μου είναι αρκετά αυθόρμητοι και ίσως λιγάκι αυθαίρετοι. Τι να γίνει όμως; Έτσι το σκέφτηκα, έτσι μου έχει κολλήσει, έτσι σας το μεταφέρω.

Οι Gough θεωρούνται η πιο γενναία οικογένεια της Αγγλίας καθώς τρία από τα μέλη της έχουν τιμηθεί με τον Σταυρό της Βικτωρίας, την ανώτατη ηθική αμοιβή που μπορεί να απονεμηθεί σε στρατιώτη της Μεγάλης Βρετανίας και της Κοινοπολιτείας. Μάλιστα, οι δύο από αυτούς είναι αδέρφια ενώ ο τρίτος είναι ο γιός- ή ανιψιός ανάλογα πώς θα το δει κανείς. Ένα τέταρτο μέλος της οικογένειας έχει τιμηθεί με τη δεύτερη υψηλότερη ηθική διάκριση της Κοινοπολιτείας για στρατιωτική δράση ενώ ο αριθμός των στρατηγών και στραταρχών με το επώνυμο αυτό ξεπερνά τα δάχτυλα των δύο χεριών.

Το όνομα Gough μάλλον προέρχεται από την ουαλική λέξη «coch», που σημαίνει κόκκινο. Περί τα 1600, μετανάστευσαν στην Ιρλανδία και μέχρι τα μέσα του 1800 αποτελούσαν μία από τις πιο εύπορες οικογένειες της ιρλανδικής αριστοκρατίας και θεωρούσαν εαυτούς πολύ περισσότερο Ιρλανδούς παρά Άγγλους.

Ο στρατάρχης Hugh Gough, 1ος υποκόμης Gough, γεννήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 1779. Οι μάχες για την Ιβηρική Χερσόνησο κατά τους Ναπολεόντιους Πολέμους, τον βρήκαν διοικητή του 2ου τάγματος, του 87ου Συντάγματος Πεζικού των Royal Irish Fusiliers. Το συγκεκριμένο σύνταγμα είναι γνωστό ως το πρώτο στην ιστορία που μπόρεσε να καταλάβει τον Αετό- λάβαρο γαλλικού συντάγματος. Ήταν διοικητής των βρετανικών στρατευμάτων που νίκησαν τους Ινδούς στους δύο πολέμους μεταξύ Άγγλων και Σίχ.

Στον Β’ πόλεμο μεταξύ Άγγλων και Σιχ, στην ηλικία των 18, υπηρέτησε και ο εγγονός του, ο Charles John Stanley Gough, τον οποίο αργότερα ο βασιλιάς θα έχριζε sir και ο ίδιος θα ανέβαινε μέχρι τον βαθμό του Στρατηγού. Αυτά όμως δεν είναι ο πρώτος λόγος για τον οποίο θυμούνται τον συγκεκριμένο Gough. Δεν είναι καν ο δεύτερος ή τρίτος λόγος…

Στα 25 του, ο Charles John Stanley ήταν ταγματάρχης στο 5ο Σύνταγμα Ιππικού Βεγγάλης. Κατά την ανταρσία της Ινδίας, ο Charles John Stanley και ο αδερφός του ο Hugh, υπηρετούσαν στο σώμα στρατού ινδικής μεθορίου το οποίο την περίοδο εκείνη ονομαζόταν Guides Corps. Έλαβαν μέρος στην πολιορκία της Lucknow. Στην πολιορκία αυτή και για τέσσερις- ναι, τέσσερις- διαφορετικές περιπτώσεις στις οποίες επέδειξε απαράμιλλο θάρρος, απονεμήθηκε στον Charles John Stanley Gough, ο Σταυρός της Βικτωρίας. Σε μία από αυτές τις περιπτώσεις, ο Charles John Stanley έσωσε τον αδερφό του από βέβαιο θάνατο!

Η ηθική αμοιβή αυτή του απονεμήθηκε στις 21/10/1859 και στην έκθεση απονομής γράφονται τα ακόλουθα:

(…) Ημερομηνίες κατά τις οποίες διενεργήθηκαν πράξεις απαράμιλλου θάρρους: 15η και 18η Αυγούστου 1857 και 27η Ιανουαρίου και 23η Φεβρουαρίου 1858.

Πρώτον, για ανδρεία σε περιστατικό στο Khurdowdah, κοντά στο Rhotuck, στις 15 Αυγούστου 1857, κατά το οποίο έσωσε τον ήδη τραυματία αδερφό του και φόνευσε δύο εκ του εχθρού.

Δεύτερον, για ανδρεία στις 18 Αυγούστου, όταν οδήγησε έφοδο διμοιρίας αναγνώρισης και σκότωσε με ξίφος δύο πεζούς στρατιώτες και με έναν τρίτο, έφιππο είχε σκληρή και απέλπιδα αναμέτρηση εκ του συστάδην.

Τρίτον, για ανδρεία στις 27 Ιανουαρίου 1858, στο Shumshabad όπου σε έφοδο ιππικού κι ενώ ήταν στην κορυφή του σχηματισμού, επιτέθηκε σε έναν από τους αντίπαλους διοικητές. Τον σκότωσε με τη σπάθη του, η οποία όμως παρέμεινε καρφωμένη στο άψυχο κορμί του εχθρού. Ο ταγματάρχης διατήρησε την ψυχραιμίά του και υπερασπίστηκε τον εαυτό του με το περίστροφό του, φονεύοντας άλλους δύο στρατιώτες μέχρι να έρθουν ενισχύσεις.

Τέταρτον, για ανδρεία στις 23 Φεβρουαρίου, στο Meangunge, όπου προσέτρεξε σε βοήθεια του ταγματάρχη GeorgeAnson, υποδιοικητή του τάγματος, φονεύοντας τον αντίπαλο του ταγματάρχη κι ευθύς μετά, τον αντίπαλο που όπως και ο Gough, είχε προστρέξει σε βοήθεια του συμπολεμιστή του.

Δεν αποτελεί σύμπτωση ότι όλες οι προαναφερθείσες πράξεις είχαν σκοπό την παροχή βοήθειας σε κάποιον συμπολεμιστή προκειμένου αυτός να βγει από μία δύσκολη, επικίνδυνη και ίσως τελευταία, κατάσταση.

Σχεδόν είκοσι χρόνια αργότερα, στον δεύτερο πόλεμο μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και του Εμιράτου του Αφγανιστάν, ο Charles John Stanley Gough, ταξίαρχος πλέον, θα ετίθετο επικεφαλής φάλαγγας ενίσχυσης της υπό πολιορκία φρουράς της βάσης του Sherpur (το καντούνι του Sherpur). Η φρουρά δύναμης περίπου ενός λόχου κρατούσε την οχυρή θέση, απέναντι σε περίπου χίλιους Αφγανούς πολεμιστές. Όταν ο αρχηγός τον Αφγανών, Mohammed Jan ειδοποιήθηκε ότι έρχονταν ενισχύσεις υπό τον Gough, διέταξε έφοδο η οποία όμως, απέτυχε.

Ο Charles John Stanley Gough, απέκτησε δύο παιδιά, και τα δύο αγόρια. Και οι δύο έγιναν στρατιωτικοί και έφτασαν στις κορυφές της ιεραρχίας του Βρετανικού στρατού, υπηρετώντας σε πλήθος συρράξεων μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο…

Ο μεγαλύτερος γιος του ήταν ο Hubert Gough, ο οποίος γεννήθηκε 3 μέρες πριν την 13η επέτειο της μάχης στην οποία ο πατέρας του έσωσε τον θείο του! Έφτασε κι εκείνος τον βαθμο του στρατηγού και ήταν από τους αγαπημένους επιτελικούς αξιωματικούς του Douglas Haig. Τα δύο τελευταία χρόνια του Α ΠΠ ήταν διοικητής της βρετανικής 5ης στρατιάς.

Ο δεύτερος γιός του, ο John (γνωστός σε όλους ως Johnnie) διακρίθηκε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πριν το κολαστήριο αυτό όμως, βρέθηκε να υπηρετεί στην κεντρική Αφρική, τη Σομαλία, το Σουδάν, στην Κρήτη κατά την περίοδο της τριπλής εποπτείας από τις Μεγάλες Δυνάμεις και στον δεύτερο πόλεμο των Μπόερ. Πριν το ξέσπασμα του Α’ παγκοσμίου Πολέμου, επέστρεψε στην Αγγλία για να διδάξει στο Κολλέγιο του Ήτον. Στον Α ΠΠ διακρίθηκε για τη μαχητικότητά του κι ας είχε πλέον να πολεμήσει από το επιτελείο, ενάντια σε άλλους στρατηγούς και επιτελικούς αξιωματικούς, αντί για τον πραγματικό κοινό εχθρό. Ήταν ο πρώτος διοικητής του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος στη Γαλλία και εν συνεχεία διοικητής του πρώτου Βρετανικού Σώματος Στρατού.

Ο John ήταν πλέον στα 31 και ταγματάρχης στην Ταξιαρχία τυφεκιοφόρων κατά την Τρίτη αποστολή στη Σομαλία. Στις 22 Απριλίου 1903, ο Johnnyήταν επικεφαλής μία φάλαγγας στην οποία επιτέθηκαν υπέρτεροι αριθμοί Σομαλών κοντά στο Daratoleh. Αφού κατάφερε και οργάνωσε γρήγορα την άμυνά του, κατάφερε να οπισθοχωρήσει με τάξη και μαχόμενος, μειώνοντας σημαντικά τις δικές του απώλειες και αυξάνοντας σημαντικά τις εχθρικές. Επέστρεψε ώστε να βοηθήσει δύο λοχαγούς, τον William Walker και τον George Roland, οι οποίοι είχαν μείνει πίσω για να βοηθήσουν έναν βαριά τραυματισμένο αξιωματικό. Όταν κατόρθωσαν να τον φορτώσουν σε μία καμήλα, ο αξιωματικός τραυματίστηκε ξανά και πέθανε ακαριαία. Για τις ενέργειές τους, οι λοχαγοί τιμήθηκαν με τον Σταυρό της Βικτωρίας. Όμως ο Johnny στην αναφορά που έκανε, δεν ανέφερε τη συμμετοχή του στο περιστατικό. Όταν οι δύο λοχαγοί κατέθεσαν στην επιτροπή για την απονομή του μεταλλίου, τότε μόνο αποκαλύφθηκε η πραγματική ιστορία και αποδείχθηκε ότι ο Johnny άξιζε εξίσου το παράσημο αυτό. Ο Βασιλιάς της Μεγάλης Βρετανίας του απένειμε το παράσημο σε μία ημερομηνία μοναδική όπως κι εκείνος- την 29η Φεβρουαρίου 1904.

Ο αδερφός του Charles John Stanley- του πατέρα του Johnny όπως είπαμε-, ο Hugh Henry απέκτησε μία κόρη η οποία παντρεύτηκε τον επίσης ήρωα του Α’ ΠΠ Henry Maitland Wilson. Ο Hugh, ποτέ δεν ξέχασε πως ό, τι απέκτησε στη ζωή του το χρωστούσε πρωτίστως στους γονείς του και μετά, εξίσου σημαντικά, στον αδερφό του που του έσωσε τη ζωή. Είχε όμως πάντα, μία σκιά να τον κατατρέχει και να προσπαθεί να αποδείξει ότι κι εκείνος ήταν γενναίος. Ότι κι εκείνος στην οικογένεια «δεν μασούσε».

Ο Hugh ήταν ένας υπολοχαγός 23 ετών στο 19ο σύνταγμα Ουσσάρων κατά τη διάρκεια της Ινδικής Ανταρσίας όταν, έλαβαν χώρα τα περιστατικά για τα οποία αποφασίστηκε να του απονεμηθεί κι εκείνου, ο Σταυρός της Βικτωρίας:

(…) Ημερομηνίες κατά τις οποίες διενεργήθηκαν πράξεις απαράμιλλου θάρρους: 12η Νοεμβρίου 1857 και 25η Φεβρουαρίου 1858.

Ο υπολοχαγός Gough, όντας επικεφαλής ομάδας ιππέων κοντά στην Alumbagh τη 12η Νοεμβρίου 1857,- μόλις 3 μήνες μετά τον τραυματισμό του στο περιστατικό όπου παρ’ ολίγον να χάσει τη ζωή του- διακρίθηκε ιδιαίτερα καθώς οδήγησε τους άνδρες του διαμέσου ενός βάλτου και καταλαμβάνοντας δύο πυροβόλα, παρόλο που τα υπερασπίζονταν συγκριτικά πολύ μεγαλύτερος όγκος εχθρικών στρατευμάτων. Σε αυτό το περιστατικό, το άλογό του τραυματίστηκε δύο φορές και το τουρμπάνι του κόπηκε δύο φορές σε μάχη εκ του συστάδην με τρεις Ινδούς πεζούς.

Επίσης επέδειξε τρομερό θάρρος σε βαθμό που να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους, κοντά στο Jellalabad στις 25 Φεβρουαρίου 1858, όντας φοβερό παράδειγμα για όλο το Σύνταγμά του. Όταν διατάχθηκε να εφορμήσει εναντίον των εχθρικών πυροβόλων, μέσω της γενναίας και ευθαρσούς διαγωγής του, τους επέτρεψε να επιτύχουν τον αντικειμενικό τους σκοπό. Στη θέση που ήταν ταγμένα τα πυροβόλα του εχθρού, παρέμεινε και υπεραμύνθηκε εναντίον προσπαθειών των Ινδών να ανακαταλάβουν τα πυροβόλα. Δεν σταμάτησε μέχρι που μία σφαι΄ρα από μουσκέτο τον τραυμάτισε στον μηρό. Η σφαίρα τον βρήκε ενώ ορμούσε ενάντια σε δύο ινδούς πεζούς με εφ όπλου λόγχη. Τη μέρα εκείνη, δύο άλογα σκοτώθηκαν καθώς τα ίππευε, μία σφαίρα πέρασε μέσα από το κράνος του αλλά χωρίς να τον τραυματίσει και άλλη μία από το θηκάρι της σπάθης του.

Σε μία εποχή που- ευτυχώς- οι πόλεμοι δεν έχουν την κλίμακα ή τη συμμετοχή από ελληνικής πλευράς, που είχαν κάποτε, αρκούν μερικά σημεία μόνο για να κάνει κανείς τους απαραίτητους συνειρμούς και συσχετισμούς. Όταν πριν δύο χρόνια είχα πρωτοεκφράσει τον συσχετισμό μου αυτόν, είχαν βγει κάποιοι να με φάνε. Όχι τόσο επειδή δε συμφωνούσαν αλλά επειδή δεν τους άρεσε που αναφερόμουν σε άλλη οικογένεια, και όχι τη δική τους. Έλα που είμαι μεγαλύτερη μερίδα απ’όσο μπορούν να φάνε οι περισσότεροι…

Γνώρισα τον 2ο- ηλικιακά- εκ των τεσσάρων, αδελφών Κομνηνών, τον Νοέμβριο του 2012. Τους δύο μικρότερους τους είχα γνωρίσει λίγο καιρό νωρίτερα. Είχαν υπηρετήσει και οι τρεις στη Φρουρά, φυλάσσοντας το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Συνέχιζαν κατά κάποιον τρόπο μία οικογενειακή παράδοση. Επέλεξαν να συνεχίσουν μία οικογενειακή παράδοση. Μία οικογενειακή παράδοση δύσκολη κι επίπονη.

Τον μεγαλύτερο από τους τέσσερις αδερφούς Κομνηνούς τον γνώρισα εκ του σύνεγγυς αργότερα- αν και η φήμη του προηγείτο αυτού. Απλώς η από κοντά γνωριμία μας, μου επιβεβαίωσε όσα είχα σχηματίσει στο μυαλό μου. Ήταν ο μόνος που δεν υπηρέτησε ως Εύζων- και όχι διότι ο ίδιος δεν ήθελε- αλλά σίγουρα άξιζε όσους γαλάζιους μπερέδες πήραν τα υπόλοιπα αδέρφια κι έναν παραπάνω. Και ας σημειωθεί ότι όσες φορές τον είδα, ήμασταν έξω. Δεν τον είδα ποτέ μέσα στην ασφάλεια της οικογενειακής στέγης. Παρά τη σοβαρή ασθένεια και την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει, ήθελε να βγαίνει έξω και να συμμετέχει σε όσο περισσότερες δραστηριότητες μπορούσε. Όπως μπορούσε.

Ένας άνθρωπος που όταν η ομάδα του χάνει με 2 πόντους, δε θα διστάσει να πάρει τη μπάλα και να σουτάρει για 3. Όχι επειδή είναι ριψοκίνδυνος αλλά επειδή ξέρει ότι το έχει και δε χρειάζεται να πάνε σε παράταση! Έναν άνθρωπο που συστήθηκε νωρίς με τον Μαύρο Θεριστή και αντί να τρομάξει, τον προκάλεσε στο τραπέζι του για μπρα-ντε-φερ και τον νίκησε στις πρώτες τους αναμετρήσεις…

ΦΡΟΥΡΑ! ΠΡΟΣΟ-ΧΗ!

Το άρθρο αυτό αφιερώνεται στη μνήμη του Στάθη Κομνηνού ο οποίος πολέμησε με καρδιά λέοντα μέσα σε εξωπραγματικά δυσμενείς συνθήκες την νόσο του καρκίνου και έφυγε από κοντά μας πριν 40 μέρες. Όπως ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες, ο Στάθης έχασε τη μάχη του αλλά άφησε πίσω του μια βαριά κληρονομιά γενναιότητας, περιφρόνησης προς τον θάνατο και αγάπης προς κάθε τι έμβιο. Ο τρόπος με τον οποίο πάλεψε και κατέρριψε όσα προγνωστικά έδιναν οι ειδικοί, τον καθιστούν πρότυπο αγωνιστή και σίγουρα ενός αγγέλου που συγκεκαλυμμένα θα βρίσκεται ανάμεσά μας. ΑΘΑΝΑΤΟΣ!

Σχολιάστε

Filed under Πεσόντες, Φρουρά, Thoughts