Tag Archives: Upham

The ANZAC’s Thermopylae

Here we bloody well are and here we

It was on this day in 1941, at Thermopylae which showed beyond any doubt that Leonidas and his handpicked Guard are the ultimate warrior standard…

When the allied Australian and New Zealand forces that had landed in Greece earlier in April, began to retreat, some had to act as rearguard. Passing through Olympus and Servia, the ideal spot to set a cover line for the retreating forces were the straights of Thermopylae. The New Zealanders under General Freyberg were holding the line from the coastal road to the Sperchios river. The Australians’ defensive area was from Sperchios to the village of Brallos. In and around the village itself, the 19th Australian infantry brigade had been placed, comprised of the 4th and 8th Infantry Battalion. Commander of these forces was the Gallipoli veteran, General Mackay. On April the 20th, the Australian forces were reinforced by the 11th Infantry Battalion.

The ANZAC generals are said to have informed their men that they would not retreat from their positions. A good example of the ignorance of the overall strategic planning to leave Greece or, simply, an attempt to enforce maybe laconic discipline?

In any case, Mackey, after the battle had stated to an Australian newspaper correspondent that “I thought we would last for a couple of weeks and that we would simply be pushed back due to sheer weight of numbers”.

And yet, as would be shown many times in subsequent WWII history, the forces that had well prepared defences, received the order to retreat and abandon their positions! An order, almost criminal from a tactical point of view, since there was no one to cover that retreat! Luckily enough, the two generals in command, both distinguished veterans of WWI, executed the order received, but left a brigade in each of the two defence positions. With two brigades covering the retreat of the remaining three, the generals hoped to prevent a tragedy of the ancient Greek proportions.

The 6th New Zealand brigade and the 19th Australian infantry brigade had to hold the passages to southern Greece, for as long as possible, allowing for the safe retreat of the rest of the units to the South.

On the morning of the 24th April and shortly before the outbreak of the expected German attack, general Vasey, commander of the 19th Australian brigade handed out the daily order. Inspired by the historical figure of Leonidas, he said to his men,

“Here we bloody well are, and here we bloody well stay”.

The Nazi forces were unaware of the fact that the defensive positions that they had located were already abandoned by most of the men in defence. They fell upon the Allied forces with fury, much like the sea on the ANZAC’s right wing. They fell however upon the wavebreakers! Waves of soldiers, reinforced by armour and Stuka dive bombers fell upon the walls of Australians and New Zealanders. The only outcome was for them to break. The attackers, not the defenders! With fantastic bravery and composure, the warriors from the “island continent” repelled all the German attacks.

During one afternoon Stuka pass, a New Zealand officer stands up shouting above the noise of the battle to the men in his platoon to drop for cover. A soldier hesitates for a moment. A fatal moment. He doesn’t make it. The Stuka riddles the ground and gets him. The lieutenant remains dumbstruck petrified. Rage flows through him. A second Stuka approaches. He hears it. His soldiers shout for him to get to cover. He ignores them. He turns and points the muzzle of his Lee Enfield towards the sky. He aims…

“You won’t get anywhere with that, Lieutenant!” a soldier yells at him from the relative safety of the trenches.

“You’re right!”

he answers and tossing his rifle, he runs to his dead comrade. He picks up the Bren from the lifeless arms of his soldier and goes two steps forward. Down on one knee and with the machine gun shouldered (!) he fires a long burst on the bomber closing in! The Stuka returns fire. The shots from the aircraft fall frighteningly close and around him, raising dirt and stones and creating a curtain of dust. The Stuka levels out of the dive and leaves. The covered New Zealanders raise their heads to see how badly their lieutenant was hit. With the dust resting, they see their lieutenant without a scratch, having raised his arm, hand in a fist and his middle finger extended towards the leaving bomber! Enthusiastic warriors as they be, the New Zealanders start cheering and counterattacking the infantry forces in front of them! Was it luck? Was it a very well calculated (why he took two steps forward from his fallen comrade) risk? The only thing certain was that in the same way, this particular officer would continue to avoid enemy fire for the upcoming years of the war and would become the most decorated soldier of WWII!

By nightfall, the ANZACs had destroyed 15 German tanks and had erased almost a complete company from the total Wehrmacht forces, with relatively light losses of their own. On the night of the 24th of April, a new order for retreat came in. This time, they had no reason to stay. They abandoned their positions and followed the bitter procession of soldiers trying to reach the ports of Rafina, Porto Rafti, Nafplion and Kalamata (Peiraias could not be used to refuge all those fighters along with their equipment since it constituted a permanent target for  the Luftwaffe and the, by now almost dead, Regia Aeronautica).

The ANZACs followed with respect and ethos the footsteps of king Leonidas and his 300 brave men. Always the correct people to do the heavy lifting no matter which state, they never brought shame to their flags. The same however could not be said for their senior leadership (political and military alike). As Crete would prove about a month later, senior leadership would, on more than one occasion, prove to be very insufficient…

Read the article in Greek.

Σχολιάστε

Filed under Πεσόντες, Φρουρά, Thoughts

Ιστορίες του Σταυρού της Βικτωρίας… A bridge too far…

Είναι η 17η Σεπτεμβρίου 1944. Ο ουρανός πάνω από την ολλανδική πόλη του Άρνεμ γεμίζει μεταξωτά μανιτάρια που πέφτουν νωχελικά στο έδαφος. Σκοπός τους είναι να καταλάβουν τις νευραλγικές γέφυρες του οδικού δικτύου που οδηγεί κατευθείαν στη βιομηχανική καρδιά της Γερμανίας. Τα πράγματα όμως δε θα είναι τόσο απλά και το κολαστήριο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου δε θα έχει λήξει μέχρι τα Χριστούγεννα του 1944…

Συνέχεια

Σχολιάστε

Filed under Πεσόντες, Strategic thinking

Οι Θερμοπύλες των ANZACs

Here we bloody well are and here we

Σαν σήμερα, στις Θερμοπύλες ήταν που φάνηκε ότι ο Λεωνίδας και η επίλεκτη Φρουρά του αποτελούν αιώνιο και παγκόσμιο πρότυπο πολεμιστών… Συνέχεια

Σχολιάστε

Filed under Πεσόντες, Φρουρά, Thoughts

Οι Νεοζηλανδοί στον Γαλατά

Στη μάχη της Κρήτης, σημειώθηκαν πολλά περιστατικά γενναιότητας, ατομικής και ομαδικής. Από αυτά, τρία είναι που ξεχωρίζουν για τη Νεοζηλανδική Μεραρχία που πολέμησε στην Κρήτη. Το πρώτο είναι η αντεπίθεση για την ανακατάληψη του αεροδρομίου στο Μάλεμε. Σαν σήμερα, το απόγευμα της 25ης  Μαΐου 1941, έλαβε χώρα το δεύτερο χρονολογικά- η αντέφοδος στον Γαλατά…

Στην προκειμένη περίπτωση, θεωρώ ότι δεν μπορώ να αποδώσω αυτά που διάβασα με τρόπο πιο παραστατικό απ’ ότι τα έχει δώσει ο Kenneth Sandford. Επιπλέον, επειδή εγώ μετέφρασα το κείμενό του, διατηρώ την ψευδαίσθηση ότι κάτι έγραψα κι εγώ…

Ο Kippenberger αποφάσισε ότι πρέπει να επιτεθούν και μάλιστα, αποφασιστικά. Δύο βρετανικά τεθωρακισμένα ήταν διαθέσιμα- αρχηγός του ενός εκ των οποίων ήταν ο Roy Farran- και δύο λόχοι του 23ου τάγματος- κουρασμένοι αλλά με καλό ηθικό.

Ο Farran μπήκε μαχόμενος και με θόρυβο στον Γαλατά και επέστρεψε αναφέροντας ότι το χωριό ήταν «πήχτρα στους Γερμανούς».

Ο Kippenberger ανέφερε στους δύο διαθέσιμους λόχους ότι δεν υπήρχε χρόνος για αναγνώριση. Τα τεθωρακισμένα θα έμπαιναν μπροστά, το πεζικό θα ακολουθούσε, σε μονό ζυγό εκατέρωθεν του δρόμου, παίρνοντας τα πάντα μαζί τους.

Ο Farran είπε «Έχω δύο τραυματίες μέσα (ΣτΜ: στο τεθωρακισμένο του). Μπορεί κανείς από τους Νεοζηλανδούς σου να πάρει τη θέση τους;»

Ζητήθηκαν εθελοντές. Αργότερα ο Farran είπε πως «παρουσιάστηκαν περίπου 300 εθελοντές» η οποία είναι μία ευχάριστη αλλά και ανακριβής (ΣτΜ: όσο και προφανής) υπερβολή. Παρ’ όλα αυτά, δύο άνδρες οι οποίοι να μπορούν να επανδρώσουν ισάριθμα πολυβόλα Vickers βρέθηκαν εύκολα. Εστάλησαν στην πάνω πλευρά του δρόμου, για μία ταχύρρυθμη εκπαίδευση στα τεθωρακισμένα, ενώ το υπόλοιπο πεζικό περίμενε καρτερικά στην άκρη του δρόμου.

Τώρα, έρχονταν και κάποιοι άνδρες από άλλες μονάδες, άνδρες χωρίς μονάδες, αλλά ευτυχείς που τους δινόταν η ευκαιρία να πλήξουν ξανά τον εχθρό, ενσωματωμένοι στους στοίχους που περίμεναν στην άκρη του δρόμου.

Υπήρχαν ομάδες από το 20ο (τάγμα), ορισμένοι από μονάδες εφοδιασμού, κάποιοι λίγοι βρετανοί αξιωματικοί, λογιών- λογιών υπολείμματα οι οποίοι αρνούνταν να μείνουν εκτός. Μπροστά στην κατάρρευση και την καταστροφή, με άνδρες εξαντλημένους και πολλούς να έχουν λυγίσει, εδώ είχαμε ένα παράδειγμα ανάκαμψης που θα ενέπνεε.

Δέκα λεπτά αρκούσαν για τους άνδρες να μάθουν τι θα έπρεπε να κάνουν μέσα στα τεθωρακισμένα. Επέστρεψαν. Χωρίς να ειπωθεί κάτι άλλο, ξεκίνησαν οι πεζικάριοι, τα τεθωρακισμένα να βγαίνουν εμπρός και ο Γαλατάς να αχνοφαίνεται στο σούρουπο.

Ξεκινώντας με βήμα αργό, ο ρυθμός έβαινε σταδιακά αυξανόμενος ώσπου έγινε τροχάδην ώστε να μπορούν να πηγαίνουν μαζί με τα τεθωρακισμένα. Και ξαφνικά, με τα κτίρια του χωριού λιγότερο από 200 μέτρα μακριά, πολεμικές κραυγές οι οποίες ακόμη αντηχούν στα αυτιά όσων τις άκουσαν.

“(…) Ολόκληρη η γραμμή φάνηκε σα να ξεσπά αυθόρμητα στις πιο ανατριχιαστικές πολεμικές κραυγές… Τα παλληκάρια μας να εφορμούν φωνάζοντας…”

“(…) Ένιωθε κανείς το αίμα του να βράζει πιο πάνω από τον φόβο και την αβεβαιότητα, μέχρι το σημείο όπου μόνο μία ανεξήγητη, πέραν περιγραφών, χαρά ξεπερνούσε όλα τα άλλα και προχωρούσαμε ως ένας άνδρας στα περίχωρα…”

Έτσι έγραψαν οι άνδρες που συμμετείχαν σε αυτό το αξιοθαύμαστο επεισόδιο. Όρμησαν στο χωριό, ακολουθώντας τους δρόμους, πάνω από τοίχους, μέσα από κήπους, μέσα από κτίρια, φωνάζοντας, πολεμώντας και συνεχώς κινούμενοι προς τα εμπρός. Δέχονταν πυρά από παντού- από ταράτσες και στέγες, πόρτες και παράθυρα. Όποιος έπεφτε είχε θάνατο γρήγορο και ελεύθερο αλλά οι υπόλοιποι απλά έσπρωχναν εμπρός. Η κλαγγή της μάχης ήταν συντριπτική.

Ο εχθρός έκανε πίσω, πετάγονταν από σπίτια και μαγαζιά, προσπαθώντας να αναδιοργανωθούν στην κάτω πλευρά της πλατείας του χωριού. Εκεί όμως, ακόμη και με τα δύο τεθωρακισμένα τους κατεστραμμένα, οι Νεοζηλανδοί έκαναν καινούρια έφοδο. Οι Γερμανοί τράπηκαν σε άτακτη φυγή.

Υπήρξαν σκηνές απαράμιλλης γενναιότητας. Άνδρες να τρέχουν στο στόμα των γερμανικών πολυβόλων, να βουτούν στη φρίκη της μάχης με ξιφολόγχες με παράτολμη ζέση, να τρέπουν σε φυγή τους Γερμανούς με μια μανία που μπορεί να περιέλθει μόνο σε εκείνους που έχουν υποχρεωθεί σε άμυνα περισσότερο χρόνο απ’ όσο μπορούσαν να αντέξουν.

Είναι πολλοί εκείνοι που λένε ότι αυτή ήταν η καλύτερη στιγμή των Νεοζηλανδών σε ολόκληρο τον πόλεμο! Σίγουρα, δεν υπάρχει άλλη στιγμή που να τη φτάνει σε εμψύχωση πολεμιστών για μία απέλπιδα επιχείρηση. Καμία άλλη συμπλοκή δεν μπορεί να μοιραστεί το πνεύμα της ξαφνικής αυτής τολμηρής επιθετικής κίνησης, στεφανωμένη καθώς ήταν από πλήρη επιτυχία. Γιατί ο Γαλατάς εκκαθαρίστηκε πλήρως από κάθε εχθρική παρουσία, και άνδρες με την κάψα της μάχης, μπήκαν στις θέσεις που προηγουμένως κατέχονταν από τον εχθρό, αποφασισμένοι να υπεραμυνθούν του χωριού και των θέσεων αυτών.

Μετάφραση- όχι πάντα αυτολεξεί- από το βιβλίο του Kenneth Sandford “Mark of the lion, the story of Capt. Charles Upham, VC and bar”, Ives Washburn Inc., 1962.

1 σχόλιο

Filed under Πεσόντες, Φρουρά, Strategic thinking

Σαν την αμμούτσα της θαλάσσης…

Η μικρή μου κόρη περιεργάζεται κάτι που μοιάζει με παλιό χάλκινο νόμισμα. Στην ηλικία όμως που βρίσκεται, η πιο ισχυρή της αίσθηση είναι η γεύση. «Όχι αγάπη μου», της λέω, «αυτό δεν τρώγεται!» και το βγάζει από το στόμα. «Αυτό το μετάλλιο είναι της γιαγιάς σου του παππού. Κι έχει μεγαλύτερη αξία απ’ όση μπορείς ακόμη να γευτείς!»…

Ο Κωστής ο Τωράκης (αλλιώς Τωροκωστής), ήταν ένας από τους πάμπολλους Κρητικούς οικογενειάρχες που με τη λήξη της μάχης της Κρήτης και την κατοχή και της Κρήτης από τις δυναμείς των Ιταλών και Γερμανών, πήραν τα όπλα τους και βγήκαν στα βουνά. Εξέχουσα μορφή, όχι μόνο του χωριού του, του Σαμωνά αλλά της περιοχής, η κίνησή του αυτή είχε αντίκτυπο στην αντίδραση όλων των ανδρών των γύρω χωριών, με αποτέλεσμα να πράξουν κι εκείνοι το ίδιο.

Η δράση του όμως στην αντίσταση ξεκινά από πιο πριν. Με τη μάχη της Κρήτης ουσιαστικά χαμένη, καθώς οι δυνάμεις της Κοινοπολιτείας που μάχονταν στο νησί αποτελούσαν «λέοντες των οποίων ηγούντο αμνοί», άρχισε η υποχώρηση προς τα νότια παράλια και κυρίως προς τα Σφακιά. Οι γερμανοί είχαν πάρει στο κατόπι τις- κυρίως- Νεοζηλανδικές δυνάμεις και τους καταδίωκαν στα ορεινά μονοπάτια των Λευκών Ορέων. Οι ντόπιοι δεν είχαν πού να πάνε αλλά δεν μπορούσαν και να έρθουν σε κατά μέτωπο σύγκρουση με τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές. Γνώριζαν όμως καλά τη γεωγραφία του νησιού…

Όπως αναφέρει και ο Βρετανός Patrick Leigh Fermor στο ημερολόγιό του για τη μάχη και την αντίσταση στην Κρήτη (ο ίδιος βοήθησε τον Ψυχουντάκη να γράψει την αυτοβιογραφία του η οποία εκδόθηκε πρώτα στα αγγλικά και μετά στα Ελληνικά), οι Γερμανοί ανέκοψαν την καταδίωξή τους, αργά το απόγευμα, χωρίς (!) να υποστούν απώλειες… Ένας πυροβολισμός αντήχησε μέσα στις ρεματιές και τις χαράδρες των Λευκών Ορέων με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να νομίζουν ότι έχουν πέσει σε ενέδρα. Καλύφθηκαν και μέχρι να συνειδητοποιήσουν τι είχε γίνει, είχε πέσει και ο Ήλιος. Η κίνησή τους μέσα στη νύχτα ήταν εκ των πραγμάτων πιο αργή. Την επόμενη μέρα, ξεκίνησαν εκ νέου, πιο επιφυλακτικοί αλλά και πιο διψασμένοι για μάχη. Αυτή τη φορά όμως, τους περίμεναν οι άνδρες του Upham από τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία οι οποίοι είχαν προλάβει να πάρουν θέσεις ψηλότερα από τον δρόμο στήνοντας μία φονική παγίδα. Έτσι, οι διώκτες έγιναν διωκώμενοι. Και όλα αυτά ξεκίνησαν από έναν πυροβολισμό. Εκείνος που είχε πατήσει τη σκανδάλη το προηγούμενο απόγευμα ήταν ο παππούς ο Τωροκωστής!

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Τωροκωστής ήταν μόνο ένα από τα μέλη της οικογένειάς του που ανέπτυξαν αντιστασιακή δράση. Παρ’ όλο που είδε παιδιά, εγγόνια και ανήψια να σκοτώνονται, παρ’ όλο που οι Γερμανοί έκαψαν το σπίτι- και όλο το υπόλοιπο χωριό- τρεις φορές, η οικογένεια του Τωροκωστή συνέχισε να προσφέρει στην Αντίσταση του Κρητικού λαού.

Και για μένα, δεν είναι μόνο η ένοπλη αντίσταση που έκαναν. Το σπίτι του Τωροκωστή ήταν πάντοτε ανοιχτό. Αντάρτες- οι οποίοι είχαν πληροφορηθεί- πήγαιναν το βράδυ, έτρωγαν, ξημερώνονταν κι έφευγαν μετά. Χρόνια αργότερα, θα μάθαινα ότι το παρατσούκλι/ συνθηματικό του Τωροκωστή, ήταν ο «Αμμούτσας».

Ο αδερφός του αδικοχαμένου μωρού της ιστορίας που σας μεταφέρεται παραπάνω, στον εξωτερικό σύνδεσμο, μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Σε μία συγκέντρωση Συλλόγων Κρητών Αμερικής, τον πλησίασε ένας γέρος και τον ρώτησε από πού είναι- ή μάλλον πιο σωστά- «Εσύ μπρε τίνος είσαι ντου λόγου σου;» Του είπε ονοματεπώνυμο και χωριό καταγωγής. Τον κοίταξε έντονα ο γέρος και τα μάτια του άστραψαν «Είσαι εγγονός του Τωροκωστή μπρε;» «Κι αμέ;!» «Είσαι εγγονός του αμμούτσα μωρέ;» Ούτε εκείνος δεν ήξερε το προσωνύμιο αυτό. «Ήντα μου λες μπάρμπα;» «Τον παππού σου τονε λέγαμε αμμούτσα, γιατί πάντοτε στο τραπέζι ντου τα φαγιά ήντονε σαν την αμμούτσα τση θαλάσσης! Σπουδαίος άντρας! Πρέπει να’σαι περήφανος απού’σαι απ’ τη γενιά ντου!»

Ο Τωροκωστής είχε τη φήμη του «βάρβαρου», του απολίτιστου, αλλά μαζεύοντας ιστορίες από ανθρώπους που τον έζησαν, καταλήγω στο συμπέρασμα πως κάθε άλλο παρά απολίτιστος ήταν. Είχε κι εκείνος, όπως ο καθένας μας τα κουμπιά του και είχε μία τρομερή αδυναμία στην γυναίκα του η οποία, όπως οι Κρητικές της εποχής του, είχαν το πλήρες κουμάντο του νοικοκυριού. Σε μία εποχή πρώιμου Μακαρθισμού, διώχθηκε-λανθασμένα κατ’ εμέ- ως κομμουνιστής. Επέστρεψε όμως σπίτι του και έζησε με τη γυναίκα του ως τα βαθιά τους γεράματα. Ο δε τρόπος με τον οποίο μου έχουν περιγράψει- ανεξάρτητες μεταξύ τους, πηγές- ότι μοίρασε την οικογενειακή περιουσία στα παιδιά του, είναι πνευματικό αποκύημα ενός ανθρώπου με πολλή φαντασία, υψηλό αίσθημα δικαιοσύνης και ισότητας. Αν αυτά ορίζουν έναν άνθρωπο βάρβαρο, προτιμώ να είμαι απολίτιστος!

Μετά θάνατον, η Πολιτεία,μέσω του ΥΕΘΑ τον τίμησε με το Μετάλλιο Εθνικής Αντίστασης 1941-1945, το οποίο του απενεμήθη σαν σήμερα, 4 Μαρτίου 1987.

2012-08-18 19.05.00

Σχολιάστε

Filed under Φρουρά, Strategic thinking

Ο πιο γενναίος ενός πολέμου που θα τερμάτιζε τους πολέμους…

Να τιμηθείς με τον Σταυρό της Βικτωρίας (Victoria Cross, VC) είναι το εισητήριο για μια πολύ κλειστή και εκλεκτή κάστα ένστολων της Μεγάλης Βρετανίας. Πολλοί από τους παραλήπτες δεν ήταν παρόντες στην τελετή απονομής και τον παρέλαβαν για αυτούς οι σύζυγοι ή οι γονείς τους. Το να σου απονείμουν δύο φορές τον Σταυρό της Βικτωρίας (Victoria Cross and Bar), σημαίνει ότι είσαι ένας από μόλις τρεις στην ιστορία…

Σαν σήμερα, έληξε και ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Το ενδέκατο λεπτό, της ενδεκάτης ώρας, της ενδεκάτης μέρας, του ενδέκατου μήνα του 1918. Πριν την 1η Σεπτεμβρίου του 1939, τον Πρώτο Παγκόσμιο τον αποκαλούσαν ως τον Πόλεμο που θα έθετε ένα τέλος στους πολέμους- The War to end wars. Τέτοια ήταν η φρίκη του. Είναι τόσα αυτά που μπορεί κανείς να πει για ένα τέτοιο μεγάλο γεγονός. Μεμονωμένο και στο σύνολό του. Για τη συμμετοχή της Ελλάδας, για τη μάχη των Δαρδανελίων, τη ρωσική επανάσταση, το δυτικό μέτωπο, τα τεθωρακισμένα, τα αεροπλάνα, τα αέρια μουστάρδας… Η λίστα μπορεί να μην είναι πεπερασμένη. Εγώ θα επιλέξω σήμερα, παρ’ όλο που δεν είναι η μέρα κατά την οποία σκοτώθηκε, να σας μιλήσω ίσως για τον γενναιότερο στρατιώτη αυτής της σύρραξης. Λέω ίσως γιατί το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από τις ηθικές αμοιβές που έχει λάβει. Κι ενώ είναι πολύ εύκολο κάποιος αβίαστα να συμφωνήσει μαζί μου, κάποιος άλλος μπορεί το ίδιο αβίαστα να διαφωνήσει. Γεγονός είναι πως από την πολυθρόνα σου, είναι πολύ εύκολο να… κατατροπώσεις τους Ούνους!

Ο Noel Godfrey Chavasse ήταν το δεύτερο από τα δίδυμα αγόρια του ιερέα Francis Chavasse (μετέπειτα επίσκοπο του Liverpool), γεννημένα στις 9 Νοεμβρίου 1884. Συνολικά, η οικογένεια του Noel Chavasse αριθμούσε 7 αδέρφια.

Γεννημένος και μεγαλωμένος μέχρι τα 16 στην Οξφόρδη, η οικογένεια του Noel μετακόμισε το 1900 στο Liverpool, το πιο εμπορικό λιμάνι της Γηραιάς Αλβιόνας κι ένα από τα πιο πολυσύχναστα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Η ζωή για την οικογένεια ενός αγγλικανού ιερέα δεν ήταν εύκολη με το είδος του κόσμου που συνόδευε ένα τόσο πολυσύχναστο λιμάνι εκείνη την εποχή. Ο Noel και ο δίδυμος αδερφός του πήγαν σχολείο στο Liverpool College και παρά τις εξαιρετικές τους επιδόσεις σε όλα τα αθλήματα, δε φημίζονταν για τις ακαδημαϊκές τους προσπάθειες. Όσο μεγάλωναν όμως, βελτιώνονταν και οι δύο και τελικώς, κατάφεραν να εισαχθούν και οι δύο στο Trinity College της Οξφόρδης to 1904.

Ολοκληρώνοντας με επαίνους- από εκεί που δεν τα πήγαινε καλά με τα διαβάσματά του- το 1907 o Noel, το Trinity College, παρέμεινε στην Οξφόρδη για να σπουδάσει Ιατρική. Παρ’ όλο που το αγαπημένο άθλημα και των δύο ήταν το rugby, και τα δύο αδέρφια εκπροσώπησαν τη Μεγάλη Βρετανία στα 400m στους Ολυμπιακούς του 1908.

Τον Ιανουάριο του 1909 ο Noel κατετάγη στην Ιατρική Μονάδα του Σώματος Εκπαίδευσης Αξιωματικών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Τον Μάιο είχε προαχθεί σε δεκανέα. Συνέχισε τις σπουδές του με αντικείμενο την παθολογία και τη βακτηριολογία, σε Liverpool και Λονδίνο.

Τον Ιούλιο του 1912 ο Noel εγγράφη στο General Medical Council. Το 1913, ο Noel αιτήθηκε και εντάχθηκε στο Βασιλικό Ιατρικό Σώμα του Βρετανικού Στρατού (Royal Army Medical Corps). Στις 2 Ιουνίου του ίδιου έτους ονομάστηκε υπίατρος και εντάχθηκε ως χειρούργος υπολοχαγός στο 10ο Τάγμα του Συντάγματος του Liverpool, γνωστού με το στρατιωτικό παρατσούκλι των Σκωτσέζων του Liverpool.

Με την έναρξη του πολέμου, η μονάδα του έφυγε για το δυτικό μέτωπο και ο τριαντάχρονος πλέον Chavasse, βρέθηκε στο Βέλγιο. Από την αρχή είχε δείξει μία οικειότητα με τον θάνατο και συχνά τον αψηφούσε. Είχε ήδη οργανώσει μέσα στα χαρακώματα του τάγματός του, ένα νοσοκομείο διότι δεν μπορούσε λέει να «βλέπει τους άνδρες του να πεθαίνουν λόγω έλλειψης νοσοκομείου». Προήχθη σε λοχαγό την πρωταπριλιά του 1915 και τον Ιούνιο του απονεμήθη ο Στρατιωτικός Σταυρός (Military Cross) στην περιοχή του Hooge.

Ο Chavasse τιμήθηκε με τον Σταυρό της Βικτωρίας για τις ενέργειές του στις 9 και 10 Αυγούστου του 1916 στο Guillemont της Γαλλίας.

Στην μετέπειτα ανακοίνωση της 24ης Οκτωβρίου 1916 αναφέρεται ότι ο λοχαγός Noel Godfrey Chavasse επέδειξε γενναιότητα πέρα από κάθε επιταγή του καθήκοντος και μία ασυνήθιστα δυνατή προσκόλληση στο καθήκον. Περιέθαλπτε τραυματίες όλη μέρα (9 Αυγούστου) κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης σε εχθρικές θέσεις και υπό συνεχή και καταιγιστικά πυρά, συχνά σε κοινή θέα του εχθρού. Όταν έπεσε η νύχτα, συνέχισε να ψάχνει για τραυματίες που κείτονταν στο έδαφος, μπροστά από τις γραμμές του εχθρού για ώρες. Την επόμενη μέρα (10 Αυγούστου) πήρε μόνο έναν τραυματιοφορέα και υπό ισχυρό σφυροκόπημα πυροβολικού, κουβάλησαν έναν σοβαρά τραυματισμένο άνδρα για 500 μέτρα μέχρι ένα ασφαλές σημείο στα χαρακώματα. Το βράδυ της επομένης, παρά τον τραυματισμό του στα πλευρά, μαζί με 20 εθελοντές έσωσαν τρεις τραυματίες  20 μέτρα από τα γερμανικά χαρακώματα, έθαψαν δύο αξιωματικούς και περισυνέλλεξαν τουλάχιστον 40 ΤΑΠ (είναι σημαντικό οι συγγενείς να ξέρουν ότι ο ήρωάς τους είναι νεκρός, ακόμη κι αν δεν έχουν ένα κορμί να θάψουν), παρά τη συνεχή μεταλλική βροχή που έπεφτε από τα γερμανικά πολυβολεία. Συνολικά, έσωσε τις χωές περισσότερων από 20 βαριά τραυματισμένων συντρόφων του και ακόμη περισσότερων ‘απλών’ περιστατικών που έτυχε να περάσουν από τα χέρια του.

Πρόσφατα έπεσε στα χέρια μου το ημερολόγιο του Chavasse! Σε αυτό, και σχετικά με το περιστατικό της νύχτας της 9ης Αυγούστου, αναφέρει ότι «Βρήκαμε έναν άνδρα να βογκά. Φοβόταν να σφαδάξει μήπως τον πετύχουν τα γερμανικά πολυβόλα! Όταν τον πλησιάσαμε διαπίστωσα ότι το χέρι του ήταν σχεδόν κομμένο, πάνω από τον αγκώνα. Έχανε απίστευτα ποσά αίματος από το τραύμα αυτό. Δεν μπορούσε να σωθεί [το χέρι]. Ήταν θαύμα πώς είχε αντέξει τόσο! Με το ψαλίδι μου- το πολύτιμο ψαλίδι μου- έκοψα ότι δέρμα κρατούσε το χέρι ενωμένο και έδεσα με επίδεσμο το, πλέον και επισήμως, ακρωτηριασμένο άκρο. Μερικές μέρες αργότερα, έμαθα ότι πράγματι τα κατάφερε και δεν πέθανε! Πόσο χάρηκα!»

Τα παραπάνω μπορεί να φαίνονται εύκολα στο χαρτί. Σκεφτείτε όμως ότι μιλάμε για καταιγιστικά πυρά, ακόμη και τη νύχτα, εκρήξεις, λάσπη, μυρωδιές, θάνατο ολούθε… Κι εκείνος, ατάραχος, με μία λίμνη αίματος μπροστά του, να κάνει τον χειρούργο σε ένα μέρος που ούτε τη φυσική μας ανάγκη δε θα κάναμε οι περισσότεροι!

Δεν νομίζω να υπάρχει καλύτερη απόδειξη της συντροφικότητας που καλλιεργεί το αθλητικό πνεύμα σε συνδυασμό με τις ιατρικές σπουδές του Noel Chavasse οι οποίες με τον δικό του προσωπικό χαρακτήρα, διακρινόμενο από αυτοθυσία, έσωσαν τόσους άνδρες στο πεδίο της μάχης.

Ο Noel όμως δεν σταμάτησε να υπηρετεί τους συμπολεμιστές του με αυτοθυσία και γενναιότητα και το τριήμερο της 31ης Ιουλίου με τη 2α Αυγούστου 1917, σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, πέρασε από την κόλαση του δυτικού μετώπου, στον αιώνιο παράδεισο όταν έδωσε και τη ζωή του για εκείνους.

Ενώ ήταν σοβαρά τραυματισμένος, κι ενώ άλλοι θα λουφαζαν στο όρυγμά τους, εκείνος αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη θέση του και περιποιούνταν τραυματίες. Εκτός αυτού, αρνούνταν να δεχθεί ότι θα πάνε δύο τραυματιοφορείς να κουβαλήσουν κάποιον πεσόντα και συνεχώς έβγαινε από το χαράκωμα για να φέρει τραυματίες πίσω. Για δύο μέρες, ήταν χωρίς τροφή, χωρίς ύπνο και εξουθενωμένος. Παρά το ήδη υπάρχον τραύμα στην κοιλιά και υπό συνεχή εχθρικά- αλλά και κακοσυντονισμένα φίλια- πυρά πυροβολικού και πολυβόλων κουβάλησε περισσότερους από δέκα βαριά τραυματισμένους άνδρες που υπό άλλες συνθήκες απλά θα κείτονταν εκεί που είχαν χτυπηθεί και θα είχαν εκπνεύσει από τις άσχημαες καιρικές συνθήκες στο πεδίο. Μετά από δύο μέρες, και παρά τις προσπάθειες των υπολοίπων γιατρών, υπέκυψε στα τραύματά του. Για τις ενέργειές του εκείνες τις μέρες του απονεμήθηκε μετά θάνατον αυτή τη φορά, ξανά ο Σταυρός της Βικτωρίας. Είναι θαμμένος στο στρατιωτικό νεκροταφείο του Brandhoek και η ταφόπλακά του φέρει την ιδιαίτερη εγχάραξη των δύο VC και τα λόγια «ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ ΝΑ ΔΙΝΕΙ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΤΟΥ».

Ο Noel Godfrey Chavasse είναι ο μοναδικός που έχει λάβει δύο φορές τον Σταυρό της Βικτωρίας κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και ένας από μόλις τρεις που έχουν τιμηθεί δύο φορές με τον Σταυρό της Βικτωρίας. Συμπτωματικά, ο ένας από τους άλλους δύο ήταν ένας από τους γιατρούς που πάλεψαν για να τον σώσουν. Και η ιστορία αποκτά μία επιπλέον ασυνήθιστη τροπή… Ο τρίτος χρονολογικά που τιμήθηκε με το VC δύο φορές και μοναδικός στον Β ΠΠ, ο Νεοζηλανδός ταγματάρχης Upham, ήταν παντρεμένος με πρώτη ανηψιά του Chavasse!

Ο Noel Chavasse έχει τιμηθεί στα περισσότερα μνημεία από όλους τους κατόχους του Σταυρού της Βικτωρίας και θεωρείται ότι μνημονεύεται μέχρι σήμερα, σε περισσότερα μνημεία από κάθε άλλον υπηρετούντα στις Βρετανικές Ένοπλες Δυνάμεις.

O Captain Noel Chavasse VC and bar, MC αποτελεί ένα σπάνιο δείγμα γενναιότητας, φιλευσπλαχνίας, αλτρουισμού και ανιδιοτέλειας. Η στέρεη πίστη του στην ύπαρξη Του Θεού και η βαθιά σχέση του με το ανθρώπινο σώμα τον καθιστούν μοναδική περίπτωση αξιωματικού. Τιμήθηκε δύο φορές, όχι τυχαία, με την ανώτατη ηθική διάκριση της Μεγάλης Βρετανίας σε έναν πόλεμο που έκλεψε πολλές νεαρές ζωές. Είναι να αναρωτιέται κανείς πόσα παραπάνω θα είχε προσφέρει αυτός ο αξιωματικός στην πατρίδα και τους συμπολεμιστές του. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του στις 3 Αυγούστου του 1917, λίγο πριν ξεψυχήσει:

«Duty called, and called me to obey»

«Με καλούσε το καθήκον, και με καλούσε να υπακούσω»

1 σχόλιο

Filed under Πεσόντες