Σαν την αμμούτσα της θαλάσσης…

Η μικρή μου κόρη περιεργάζεται κάτι που μοιάζει με παλιό χάλκινο νόμισμα. Στην ηλικία όμως που βρίσκεται, η πιο ισχυρή της αίσθηση είναι η γεύση. «Όχι αγάπη μου», της λέω, «αυτό δεν τρώγεται!» και το βγάζει από το στόμα. «Αυτό το μετάλλιο είναι της γιαγιάς σου του παππού. Κι έχει μεγαλύτερη αξία απ’ όση μπορείς ακόμη να γευτείς!»…

Ο Κωστής ο Τωράκης (αλλιώς Τωροκωστής), ήταν ένας από τους πάμπολλους Κρητικούς οικογενειάρχες που με τη λήξη της μάχης της Κρήτης και την κατοχή και της Κρήτης από τις δυναμείς των Ιταλών και Γερμανών, πήραν τα όπλα τους και βγήκαν στα βουνά. Εξέχουσα μορφή, όχι μόνο του χωριού του, του Σαμωνά αλλά της περιοχής, η κίνησή του αυτή είχε αντίκτυπο στην αντίδραση όλων των ανδρών των γύρω χωριών, με αποτέλεσμα να πράξουν κι εκείνοι το ίδιο.

Η δράση του όμως στην αντίσταση ξεκινά από πιο πριν. Με τη μάχη της Κρήτης ουσιαστικά χαμένη, καθώς οι δυνάμεις της Κοινοπολιτείας που μάχονταν στο νησί αποτελούσαν «λέοντες των οποίων ηγούντο αμνοί», άρχισε η υποχώρηση προς τα νότια παράλια και κυρίως προς τα Σφακιά. Οι γερμανοί είχαν πάρει στο κατόπι τις- κυρίως- Νεοζηλανδικές δυνάμεις και τους καταδίωκαν στα ορεινά μονοπάτια των Λευκών Ορέων. Οι ντόπιοι δεν είχαν πού να πάνε αλλά δεν μπορούσαν και να έρθουν σε κατά μέτωπο σύγκρουση με τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές. Γνώριζαν όμως καλά τη γεωγραφία του νησιού…

Όπως αναφέρει και ο Βρετανός Patrick Leigh Fermor στο ημερολόγιό του για τη μάχη και την αντίσταση στην Κρήτη (ο ίδιος βοήθησε τον Ψυχουντάκη να γράψει την αυτοβιογραφία του η οποία εκδόθηκε πρώτα στα αγγλικά και μετά στα Ελληνικά), οι Γερμανοί ανέκοψαν την καταδίωξή τους, αργά το απόγευμα, χωρίς (!) να υποστούν απώλειες… Ένας πυροβολισμός αντήχησε μέσα στις ρεματιές και τις χαράδρες των Λευκών Ορέων με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να νομίζουν ότι έχουν πέσει σε ενέδρα. Καλύφθηκαν και μέχρι να συνειδητοποιήσουν τι είχε γίνει, είχε πέσει και ο Ήλιος. Η κίνησή τους μέσα στη νύχτα ήταν εκ των πραγμάτων πιο αργή. Την επόμενη μέρα, ξεκίνησαν εκ νέου, πιο επιφυλακτικοί αλλά και πιο διψασμένοι για μάχη. Αυτή τη φορά όμως, τους περίμεναν οι άνδρες του Upham από τη 2η Νεοζηλανδική Μεραρχία οι οποίοι είχαν προλάβει να πάρουν θέσεις ψηλότερα από τον δρόμο στήνοντας μία φονική παγίδα. Έτσι, οι διώκτες έγιναν διωκώμενοι. Και όλα αυτά ξεκίνησαν από έναν πυροβολισμό. Εκείνος που είχε πατήσει τη σκανδάλη το προηγούμενο απόγευμα ήταν ο παππούς ο Τωροκωστής!

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Τωροκωστής ήταν μόνο ένα από τα μέλη της οικογένειάς του που ανέπτυξαν αντιστασιακή δράση. Παρ’ όλο που είδε παιδιά, εγγόνια και ανήψια να σκοτώνονται, παρ’ όλο που οι Γερμανοί έκαψαν το σπίτι- και όλο το υπόλοιπο χωριό- τρεις φορές, η οικογένεια του Τωροκωστή συνέχισε να προσφέρει στην Αντίσταση του Κρητικού λαού.

Και για μένα, δεν είναι μόνο η ένοπλη αντίσταση που έκαναν. Το σπίτι του Τωροκωστή ήταν πάντοτε ανοιχτό. Αντάρτες- οι οποίοι είχαν πληροφορηθεί- πήγαιναν το βράδυ, έτρωγαν, ξημερώνονταν κι έφευγαν μετά. Χρόνια αργότερα, θα μάθαινα ότι το παρατσούκλι/ συνθηματικό του Τωροκωστή, ήταν ο «Αμμούτσας».

Ο αδερφός του αδικοχαμένου μωρού της ιστορίας που σας μεταφέρεται παραπάνω, στον εξωτερικό σύνδεσμο, μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Σε μία συγκέντρωση Συλλόγων Κρητών Αμερικής, τον πλησίασε ένας γέρος και τον ρώτησε από πού είναι- ή μάλλον πιο σωστά- «Εσύ μπρε τίνος είσαι ντου λόγου σου;» Του είπε ονοματεπώνυμο και χωριό καταγωγής. Τον κοίταξε έντονα ο γέρος και τα μάτια του άστραψαν «Είσαι εγγονός του Τωροκωστή μπρε;» «Κι αμέ;!» «Είσαι εγγονός του αμμούτσα μωρέ;» Ούτε εκείνος δεν ήξερε το προσωνύμιο αυτό. «Ήντα μου λες μπάρμπα;» «Τον παππού σου τονε λέγαμε αμμούτσα, γιατί πάντοτε στο τραπέζι ντου τα φαγιά ήντονε σαν την αμμούτσα τση θαλάσσης! Σπουδαίος άντρας! Πρέπει να’σαι περήφανος απού’σαι απ’ τη γενιά ντου!»

Ο Τωροκωστής είχε τη φήμη του «βάρβαρου», του απολίτιστου, αλλά μαζεύοντας ιστορίες από ανθρώπους που τον έζησαν, καταλήγω στο συμπέρασμα πως κάθε άλλο παρά απολίτιστος ήταν. Είχε κι εκείνος, όπως ο καθένας μας τα κουμπιά του και είχε μία τρομερή αδυναμία στην γυναίκα του η οποία, όπως οι Κρητικές της εποχής του, είχαν το πλήρες κουμάντο του νοικοκυριού. Σε μία εποχή πρώιμου Μακαρθισμού, διώχθηκε-λανθασμένα κατ’ εμέ- ως κομμουνιστής. Επέστρεψε όμως σπίτι του και έζησε με τη γυναίκα του ως τα βαθιά τους γεράματα. Ο δε τρόπος με τον οποίο μου έχουν περιγράψει- ανεξάρτητες μεταξύ τους, πηγές- ότι μοίρασε την οικογενειακή περιουσία στα παιδιά του, είναι πνευματικό αποκύημα ενός ανθρώπου με πολλή φαντασία, υψηλό αίσθημα δικαιοσύνης και ισότητας. Αν αυτά ορίζουν έναν άνθρωπο βάρβαρο, προτιμώ να είμαι απολίτιστος!

Μετά θάνατον, η Πολιτεία,μέσω του ΥΕΘΑ τον τίμησε με το Μετάλλιο Εθνικής Αντίστασης 1941-1945, το οποίο του απενεμήθη σαν σήμερα, 4 Μαρτίου 1987.

2012-08-18 19.05.00

Σχολιάστε

Filed under Φρουρά, Strategic thinking

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s